Ο δρόμος για τη μεταφορά κρασιού συνδυαζόταν με τις νηοπομπές από τη Συρία και την Αίγυπτο, οι οποίες αφού έκαναν στάση στο Ηράκλειο (Κάντια) για να φορτώσουν προϊόντα για τη Βενετία, τη Γένοβα, τη Μασσαλία κ.λπ.
Aπό εκεί με χερσαία μέσα τα κρασιά έφταναν στη Φλάνδρα, στο Λα Ροσέλ και το Μπορντό.
Η ανάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου από τους χριστιανούς οδήγησε στην καθιέρωση του θαλάσσιου δρόμου από την Ιταλία προς τη βόρεια Ευρώπη, μέσω του στενού του Γιβραλτάρ.
Στην δεύτερη δεκαετία του 14ου αιώνα οι Βενετοί οργάνωσαν νηοπομπές, με τέσσερα ως πέντε πλοία, προς τη Φλάνδρα και την Αγγλία, όπου τα γλυκά μεσογειακά κρασιά έγιναν ονομαστά.
Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Οθωμανούς το 1669 σταδιακά περιέκοψε την προμήθεια γλυκών οίνων στην αγορά της βορείου Ευρώπης. Η αγορά καλύφθηκε με γλυκά κρασιά μαλβαζία από τη Μαδέρα.
Τα καράβια, αφού περνούσαν τον Βόσπορο, έφταναν στα λιμάνια του Δούναβη και από εκεί μεταφερόταν στο Λβιβ. Η πόλη αυτή ήταν κομβικό σημείο διανομής προϊόντων στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο Ληξιαρχείο της πόλης σε διάρκεια 80 ετών, τον 16ο και 17ο αιώνα πραγματοποιήθηκαν 32 εγκαταστάσεις Ελλήνων, οι οποίοι εμπορεύονταν προϊόντα και από την Κρήτη, με βασικό προϊόν το κρασί. Ένας από αυτούς, ο Κωνσταντίνος Κορνιαχτός, έμπορος από το Ηράκλειο, διέπρεψε και το σπίτι του στεγάζει εδώ και 120 περίπου χρόνια το Ιστορικό Μουσείο του Λβιβ.